Στένωση μιτροειδούς βαλβίδαςΤι είναι η στένωση μιτροειδούς βαλβίδας;

Η μιτροειδής βαλβίδα διαχωρίζει τον αριστερό κόλπο από την αριστερή κοιλία της καρδιάς. Στις περιπτώσεις στένωσης της μιτροειδούς βαλβίδας, οι γλωχίνες της βαλβίδας δεν ανοίγουν στον απαραίτητο βαθμό κατά τη διαστολή της καρδιάς. Αίτιο πρόκλησης αυτής της στένωσης αποτελεί η σκλήρυνση των γλωχίνων και η εναπόθεση ασβεστίου. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη στένωση του στομίου. Η στένωση δεν επιτρέπει την ομαλή δίοδο του αίματος από τους πνεύμονες και τον αριστερό κόλπο προς την αριστερή κοιλία. Η στένωση της μιτροειδούς βαλβίδας κατηγοριοποιείται στις δομικές καρδιοπάθειες και μπορεί να οδηγήσει σε καρδιακή ανεπάρκεια.

 

Αίτια και Συμπτώματα

Κύρια αιτία της εμφάνισης στένωσης στην μιτροειδή βαλβίδα αποτελεί ο ρευματικός πυρετός, ο οποίος προκαλείται από τον β αιμολυτικό στρεπτόκοκκο. Η στένωση μπορεί να προκληθεί αφού νοσήσει ένα άτομο με ρευματικό πυρετό, ακόμα κι αν έχουν περάσει αρκετά χρόνια από το επεισόδιο. Η φλεγμονώδης αυτή νόσος δεν εμφανίζεται πλέον τόσο συχνά στις ανεπτυγμένες χώρες, καθιστώντας τη στένωση μια αρκετά σπάνια πάθηση. Άλλες αιτίες περιλαμβάνουν τις συγγενείς καρδιοπάθειες, αυτοάνοσα νοσήματα, την ακτινοθεραπεία λόγω κακοήθειας κι την ασβεστοποίηση (συλλογή αλάτων) η οποία προκαλείται λόγω προχωρημένης ηλικίας. Σε σπάνιες περιπτώσεις, η στένωση μιτροειδούς βαλβίδας ενδέχεται να αποτελεί απόρροια παθήσεων όπως ο ερυθηματώδης λύκος, η αμυλοείδωση ή η ρευματοειδής αρθρίτιδα.

 

Η ήπιας μορφής στένωση της μιτροειδούς βαλβίδας ενδέχεται να μην προκαλέσει κάποια συμπτώματα. Η στένωση ενδέχεται να είναι ασυμπτωματική για 10-20 χρόνια, με τη μέγιστη καθυστέρηση συμπτωμάτων να αγγίζει τα 40 χρόνια. Συνήθως, στα αρχικά στάδια της νόσου, ο ασθενής παρατηρεί συμπτώματα που σχετίζονται με το εκτεταμένο μυϊκό έργο, όπως η δύσπνοια και η ταχυκαρδία κατά την άσκηση. Όσο η πάθηση προχωρά, η δυσκολία στην αναπνοή παρουσιάζεται και σε κατάσταση ηρεμίας. Σοβαρής μορφής δύσπνοια μπορεί να οδηγήσει σε οξύ πνευμονικό οίδημα. Αρρυθμίες (όπως κολπική μαρμαρυγή) και ταχυκαρδίες είναι πιθανό να συμβούν με το πέρας του καιρού. Άλλα συμπτώματα της στένωσης μιτροειδούς βαλβίδας περιλαμβάνουν την αιμόπτυση, το βήχα και το βράγχος φωνής. Αυτά προκαλούνται από την αυξημένη πίεση στους πνεύμονες και είναι σχετικά σπάνια.

 

Ποιες συνέπειες ενδέχεται να προκαλέσει η στένωση μιτροειδούς βαλβίδας;

Εάν η στένωση της μιτροειδούς βαλβίδας είναι σε πρώιμο στάδιο, δηλαδή η επιφάνεια του στομίου είναι μεγαλύτερη από 1,5 εκ., η πάθηση δεν παρουσιάζει αξιοσημείωτες συνέπειες. Σε περιπτώσεις περαιτέρω επιδείνωσης,

Σε περίπτωση όπου η πάθηση μείνει αθεράπευτη, οι συνέπειες γίνονται πιο σοβαρές. Η σύσπαση των πνευμονικών αρτηριδίων, σε συνδυασμό με την υπερπλασία του μυϊκού και ενδοθηλιακού χιτώνα μπορούν να προκαλέσουν πνευμονική υπέρταση. Η κατάσταση αυτή επιβαρύνει τις δεξιές καρδιακές δομές, με αποτέλεσμα ο ασθενής να εμφανίσει δεξιά καρδιακή ανεπάρκεια.

 

Πώς θεραπεύεται η στένωση μιτροειδούς βαλβίδας;

Πρώτο βήμα στη διάγνωση της στένωσης της μιτροειδούς βαλβίδας αποτελεί η κλινική εξέταση του ασθενούς, καθώς και η αξιολόγηση των συμπτωμάτων του. Απεικονιστικές εξετάσεις όπως η ακτινογραφία θώρακος, το υπερηχοκαρδιογράφημα και το ηλεκτροκαρδιογράφημα μπορούν να επιβεβαιώσουν τις υποψίες του ιατρού για την ύπαρξη στένωσης.

Εάν η στένωση της μιτροειδούς δεν είναι ιδιαίτερα σοβαρή, ο θεράπων ιατρός αρχικά συστήνει συντηρητική θεραπεία. Αυτή περιλαμβάνει την αποφυγή των δραστηριοτήτων που χρειάζονται αυξημένη καρδιακή παροχή και προκαλούν ταχυκαρδία και τη χορήγηση διουρητικής ή/και βραδυκαρδικής φαρμακευτικής αγωγής. Σε περίπτωση όπου έχει εγκατασταθεί κολπική μαρμαρυγή, είναι απαραίτητη η χορήγηση αντιπηκτικών φαρμάκων, για την πρόληψη εγκεφαλικού επεισοδίου.

Όταν η στένωση της μιτροειδούς βαλβίδας είναι σοβαρού βαθμού και παρουσιαστούν συμπτώματα, η Ομάδα Καρδιάς θα συστήσει χειρουργική θεραπεία της πάθησης. Συνήθως, η θεραπεία αυτή περιλαμβάνει αντικατάσταση της μιτροειδούς με βιολογική ή μεταλλική βαλβίδα ή χειρουργική επιδιόρθωση της βαλβίδας, χωρίς αντικατάσταση της βαλβίδας. Η απόφαση αυτή θα ληφθεί από την επιστημονική ομάδα με βάση τα αποτελέσματα των εξετάσεων, αλλά και με βάση την εμπειρία της εκάστοτε χειρουργικής ομάδας. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να επιλεγεί ο σωστός χρόνος για να πραγματοποιηθεί η χειρουργική επέμβαση, και να μην αφήσει ο ασθενής τα συμπτώματα να τον ταλαιπωρούν για πολύ.

Σε ασθενείς υψηλού χειρουργικού κινδύνου, όπου η κλασική χειρουργική αντιμετώπιση δεν ενδείκνυται, δύναται να εμφυτευθεί διακαθετηριακά μια νέα βαλβίδα, μέσω παρακέντησης της μηριαίας φλέβας του ποδιού (διακαθετηριακή επιδιόρθωση ή αντικατάσταση μιτροειδούς βαλβίδας (TMVr/TMVR).

Ο Επεμβατικός Καρδιολόγος Δρ. Κωνσταντίνος Ε. Σταθογιάννης, έχει εξειδικευθεί στην επεμβατική διακαθετηριακή αντιμετώπιση των βαλβιδοπαθειών στην Ιατρική Σχολή του Stanford των ΗΠΑ. Είναι συνεργάτης του Τμήματος Διαδερμικών Βαλβίδων του νοσοκομείου ΥΓΕΙΑ. Σε περίπτωση που παρατηρήσετε συμπτώματα στένωσης μιτροειδούς βαλβίδας, ή για οποιαδήποτε άλλη ερώτηση έχετε, μπορείτε πάντα να επικοινωνήσετε μαζί του.