Καρδιακή ανεπάρκεια
Τι είναι η καρδιακή ανεπάρκεια;
Η καρδιακή ανεπάρκεια είναι μια σοβαρή παθολογική κατάσταση, κατά την οποία η καρδιά αδυνατεί να εξωθήσει την απαραίτητη ποσότητα αίματος που χρειάζεται ο οργανισμός για να λειτουργήσει. Πρόκειται για μια απόρροια προβλημάτων κατά τη συστολή ή τη διαστολή της καρδιάς. Η καρδιακή ανεπάρκεια είναι μια χρόνια πάθηση, η οποία δεν αποτελεί ένα απλό μηχανικό πρόβλημα. Η ελλιπής αιμάτωση κι οξυγόνωση των οργάνων του σώματος μπορεί να επιφέρει διάφορες αλλαγές στη βιοχημική σύσταση του οργανισμού, οι οποίες ίσως αποβούν μοιραίες για τη ζωή του ασθενούς.
Τα περισσότερα περιστατικά αφορούν ηλικίες άνω των 65 ετών, αν και ορισμένες επιπλοκές στην εγκυμοσύνη, σπανίως, μπορούν να προκαλέσουν καρδιακή ανεπάρκεια νωρίτερα σε νεαρές γυναίκες.
Ποια είναι τα αίτια πρόκλησης;
Υπάρχουν πολλοί διαφορετικοί παράγοντες, οι οποίοι μπορούν να αυξήσουν τα ποσοστά εμφάνισης της καρδιακής ανεπάρκειας. Κύριοι εξ αυτών είναι οι παρακάτω:
- Υψηλή αρτηριακή πίεση, η οποία αυξάνει τις απαιτήσεις έργου της καρδιάς.
- Οξύ ισχαιμικό επεισόδιο, το οποίο μπορεί να προκαλέσει οξεία βλάβη του μυοκαρδίου.
- Αρρυθμία, μια πάθηση που αυξάνει το απαραίτητο καρδιακό έργο και αποδυναμώνει τον καρδιακό μυ.
- Στεφανιαία νόσος, λόγω της οποίας οι στεφανιαίες αρτηρίες στενεύουν. Ασθενείς με στεφανιαία νόσο παρουσιάζουν αδυναμία οξυγόνωσης της καρδιάς, με αποτέλεσμα την εξασθένηση του μυός.
- Βαλβιδοπάθειες, οι οποίες δεν αντιμετωπίστηκαν επαρκώς.
- Κρίσεις υπνικής άπνοιας, κατάσταση η οποία μειώνει τα επίπεδα οξυγόνου στο αίμα και αυξάνει τις πιθανότητες αρρυθμίας.
- Μυοκαρδιοπάθειες, όπως η σαρκοείδωση και η μυοκαρδίτιδα.
Σημαντικό είναι να σημειωθεί ότι, παρόλο που μεγάλο μέρος των ασθενών που εμφανίζουν καρδιακή ανεπάρκεια διαθέτουν κάποια συγκεκριμένα γονίδια, η πάθηση αυτή δεν εξαρτάται αποκλειστικά από την κληρονομικότητα και διάφοροι άλλοι παράγοντες μπορούν να επηρεάσουν την εμφάνισή της.
Ποια συμπτώματα παρουσιάζει η καρδιακή ανεπάρκεια;
Λόγω της αποδυνάμωσης των καρδιακών τοιχωμάτων, η καρδιά δεν δύναται να τροφοδοτήσει με επαρκές αίμα και οξυγόνο τα όργανα του σώματος. Ως αποτέλεσμα αυτού, οι μύες του ασθενούς κουράζονται σε ταχύτερο ρυθμό από το κανονικό. Η κόπωση είναι ένα από τα πιο χαρακτηριστικά συμπτώματα της καρδιακής ανεπάρκειας, και συχνά συνοδεύεται από αδυναμία. Παράλληλα, η καρδιά δεν μπορεί να αναρροφήσει το αίμα σε επαρκή βαθμό, με αποτέλεσμα αυτό να μαζεύεται στις φλέβες. Έτσι, αυξάνεται η πίεση μέσα σε αυτές, και τα υγρά βρίσκουν διέξοδο στους γύρω ιστούς, κυρίως στα πόδια και την κοιλιά.
Άλλα συμπτώματα της καρδιακής ανεπάρκειας περιλαμβάνουν:
- Δύσπνοια
- Πόνο στο στήθος
- Ορθόπνοια
Πώς διαγιγνώσκεται;
Για τη διάγνωση της καρδιακής ανεπάρκειας, ο ιατρός θα λάβει το πλήρες ιατρικό ιστορικό του ασθενούς και θα πραγματοποιήσει κλινική εξέταση. Κατόπιν, θα διενεργηθεί καρδιογράφημα, ενώ ουσιαστικό ρόλο παίζει για την εκτίμηση της βαρύτητας και τον προσδιορισμό της αιτίας της καρδιακής ανεπάρκειας, το διαθωρακικό υπέρηχο (triplex καρδιάς). Επιπλέον, αναλόγως των ευρημάτων, δύναται να πραγματοποιηθούν στεφανιογραφία, δεξιός καθετηριασμός καρδιάς, αξονική τομογραφία καρδιάς και μαγνητική τομογραφία καρδιάς.
Καρδιακή ανεπάρκεια: Αντιμετώπιση
Είναι σημαντικό να γίνει κατανοητό από τους ασθενείς ότι η καρδιακή ανεπάρκεια δεν είναι ιάσιμη. Ανάλογα το στάδιο και τη βαρύτητά της, υπάρχουν διαφορετικοί τρόποι με τους οποίους ο ασθενής μπορεί να διαχειριστεί και να αντιμετωπίσει τα συμπτώματά του. Είναι βασικό ο ασθενής να προβεί σε υγιεινοδιαιτητικές αλλαγές, όπως έλεγχο βάρους, μεσογειακό τρόπο διατροφής, διακοπή καπνίσματος, τακτική άθληση και μείωση στρες. Επιπλέον, σε συνδυασμό με τα παραπάνω, η φαρμακευτική αγωγή μπορεί να αυξήσει την ποιότητα ζωής των ασθενών, καθώς και το προσδόκιμο. Σε άλλες περιπτώσεις, η αγωγή επικεντρώνεται στην εκάστοτε πάθηση που οδηγεί σε καρδιακή ανεπάρκεια.
Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει για τις γυναίκες ασθενείς, καθώς οι γυναίκες τείνουν να εμφανίζουν μη τυπικά συμπτώματα, οπότε αργεί να γίνει και η αξιολόγησή τους από ειδικούς ιατρούς, με αποτέλεσμα οι γυναίκες να είναι σε όψιμο στάδιο της καρδιακής ανεπάρκειας.
Η αγγειοπλαστική με εμφύτευση στεντ μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την αντιμετώπιση σοβαρής στένωσης στα αγγεία της καρδιάς, στα πλαίσια στεφανιαίας νόσου. Αντίστοιχα, σε περίπτωση όπου η καρδιακή ανεπάρκεια προκαλείται από κάποια βαλβιδοπάθεια, όπως στένωση της αορτικής βαλβίδας ή ανεπάρκεια της μιτροειδούς βαλβίδας, αντίστοιχα υπάρχουν οι ενδεδειγμένες θεραπείες.
Σε περιπτώσεις συστολικής καρδιακής ανεπάρκειας, ο ιατρός μπορεί να συστήσει την τοποθέτηση απινιδωτή (ICD), ή αμφικοιλιακού βηματοδότη/απινιδωτή (CRT-p / CRT-D).
Σε τελικού σταδίου καρδιακή ανεπάρκεια, δύναται να χρησιμοποιηθούν ειδικές συσκευές υποβοήθησης της αριστερής κοιλίας (LVAD: left ventricular assist devices), οι οποίες λειτουργούν είτε ως θεραπεία (destination therapy) είτε ως γέφυρα για ασθενείς που είναι στη λίστα για μεταμόσχευση καρδιάς.
Ο Επεμβατικός Καρδιολόγος Δρ. Κωνσταντίνος Ε. Σταθογιάννης, έχει εξειδικευθεί στην επεμβατική διακαθετηριακή αντιμετώπιση των βαλβιδοπαθειών στην Ιατρική Σχολή του Stanford των ΗΠΑ. ‘Εχει πραγματοποιήσει σημαντικό αριθμό επεμβάσεων, συμμετέχει σε διεθνείς μελέτες, ενώ είναι πιστοποιημένος χειριστής (operator) από την Edwards Lifesciences και τη Medtronic για την εμφύτευση των βαλβίδων τους, αντιστοίχως. Είναι συνεργάτης του Τμήματος Διαδερμικών Βαλβίδων του νοσοκομείου ΥΓΕΙΑ, από τα μεγαλύτερα και πιο έμπειρα κέντρα στην διακαθετηριακή αντιμετώπιση των βαλβιδοπαθειών διεθνώς. Σε περίπτωση που παρατηρήσετε συμπτώματα καρδιακής ανεπάρκειας, ή για οποιαδήποτε άλλη ερώτηση έχετε, μπορείτε πάντα να επικοινωνήσετε μαζί του.